Новогреческий словарь
γουρουνίζω
γουρουνίζω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
γουρουνίζω
? —
#
(ново)греческий словарь
—
άμμο
—
τριμερής
—
υπεροπλία
—
ολόβολος
—
δανειστής
—
άλσος
—
ύποπτος
—
δίκυκλος
—
κοπρολογία
—
ολότυφλος
—
ακόπριστος
—
δοκιμαστικό
—
καταναλώσιμος
—
καμαροφρύδης
—
σπαρτιατικός
—
άλασπος
—
απεικονίζομαι
—
αποζευγνύω
—
απόβαρο
—
αργυροϋφής
—
σουσαμάτο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве