Новогреческий словарь
αιματοφοβία
αιματοφοβία
η мед.
гемофобия, кровобоязнь
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
гемофобия
? —
αιματοφοβία
как на
(ново)греческом
будет слово
кровобоязнь
? —
αιματοφοβία
как с
(ново)греческого
переводится слово
αιματοφοβία
? — гемофобия, кровобоязнь
#
(ново)греческий словарь
—
διαφορεμένος
—
απλόχερο
—
φυτοτεχνία
—
ξεκοκκάλισμα
—
αγαπημένα
—
αμυγδαλή
—
γνωμιάρης
—
αετήσιος
—
αντιπολίτευση
—
σπάρθηκα
—
παρασιώπηση
—
βουνί
—
συνυφαίνω
—
αποταμίευμο
—
δοκιμιογράφος
—
εισαγγελέας
—
ανεκποίητος
—
πρασινίζω
—
απιοειδής
—
κενοδοξία
—
μετακινώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве