|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово λαιμόπονος? — — αποδεκτός — αδιάλλαχτος — προωθω — χιλιομετροδείκτης — αποσιγάζω — τσάμπα — σίτεμα — μπετόν — σκεμπές — μανιώνω — φαρμασόνος — γυμνίστρια — χαζομάρα — σύντηξη — αισθηματολογικά — ψιλόφλουδος — κρεολός — Αιολείς — αποστάλαξη — αναληπτέος — σκάφη |
|||