Новогреческий словарь
πουργκατόριο
πουργκατόριο
το
чистилище
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
чистилище
? —
πουργκατόριο
как с
(ново)греческого
переводится слово
πουργκατόριο
? — чистилище
#
(ново)греческий словарь
—
οργανοποιείο
—
διπόντο
—
απολυμαντήριος
—
άγνεθος
—
αριουλός
—
δικαιόγραφο
—
φροντίδα
—
έκρινα
—
στραβωμένος
—
χειμώνας
—
κοσμοβριθής
—
πομπώδης
—
εμβληματικός
—
ασβεστόλακκος
—
εφοπλιστής
—
σπουδαστήριο
—
δωρώ
—
νομός
—
απαρέμφατος
—
κολπίτιδα
—
βρυάζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве