|
бесснежный; незаснеженнын #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово бесснежный? — αχιόνιστος как на (ново)греческом будет слово незаснеженнын? — αχιόνιστος как с (ново)греческого переводится слово αχιόνιστος? — бесснежный, незаснеженнын — κιβδηλοποιία — οροδότηση — κατσικόδρομος — τζόγια — βραβείο — μετατύπωση — ανθρωπολάτρις — μπάσκετμπολ — φεβρουαριάτικος — παράκουσμα — δηωμένος — καίομαι — φραγκοπαναγιά — σχόλαση — σιδερικό — Βασιλεύουσα — ισχιαδικός — αναπασχόλητος — ζαΐφης — κινέζικος — απαυδίζω |
|||