Новогреческий словарь
εκατοντούτης
εκατοντούτης
ο
столетний старик
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
столетний старик
? —
εκατοντούτης
как с
(ново)греческого
переводится слово
εκατοντούτης
? — столетний старик
#
(ново)греческий словарь
—
αποκαίομαι
—
κελλιώτης
—
απορροφητικότητα
—
ακατάπαυστος
—
αναφωνώ
—
κλιμάκωση
—
εδά
—
διακυβέρνηση
—
ενωμόταρχος
—
αργοψένω
—
νούς
—
ανασηκώνω
—
πυελονεφρίτιδα
—
έμφυτος
—
αντιμηχονώμαι
—
λυσσιάρικος
—
ξεπαραδιάζομαι
—
ανακρεμώ
—
ανασαλεύω
—
αναβάπτισμα
—
ιππικό
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве