|
достойный блаженства #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово достойный блаженства? — αξιομακάριστος как с (ново)греческого переводится слово αξιομακάριστος? — достойный блаженства — μεταβίβαση — αχνάρι — παρερμηνεία — ανομνιάζω — κομματικοοποιούμαι — τρωγαλίζω — αγαλματίδιο — κουτομόγιας — αυγαταίζω — δάγκαμα — δισημία — σταθμά — σκηνοποιός — νεκροτοκώ — φάραγγας — αδικοβγάνω — στελέχωση — χιονοδρομία — τριποδισμός — σημαιοστολισμός — καθρέφτης |
|||