|
το освежение #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово освежение? — δρόσισμα как с (ново)греческого переводится слово δρόσισμα? — освежение — ξεκάνω — αυτοχειροτόνητος — καθυποδουλώνω — κρασοβόλι — λαιμόκοψη — διεύρυνση — αλάξευτος — λεξιθηρία — δουλάκι — γυναικώνίτης — αχρειολόγος — κυάνιο — γονδολιέρης — αισχύνη — αισθησιοκρατικός — κακοσμία — γόητρο — αντιμαρτυρώ — αναψυκτήριο — χουγιαχτό — πυριφλεγής |
|||