Новогреческий словарь
οικίζω
οικίζω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
οικίζω
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αετίσιος
—
δεντρώνω
—
ανταγαπώ
—
εφαρμοσμένος
—
αναπαράγω
—
αχυροκαλύβα
—
αναψηλαφώ
—
αμυλαλκοόλη
—
αντίπους
—
πρανές
—
σακάτικος
—
ξυλόστρωση
—
αρχισυντάχτης
—
βιρανές
—
ξενύχτιζω
—
υπαρξίστρια
—
λάμα
—
ξενοδόχος
—
κατακόκκινος
—
αναστηθείς
—
μετακάρπιος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве