Новогреческий словарь
ντοκουμεντάρομαι
ντοκουμεντάρομαι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ντοκουμεντάρομαι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
εισαγγελικός
—
λογοκρίνω
—
αλαφρογλυστρώ
—
στηθάρι
—
ανθοστέφανος
—
πονταδόρος
—
αμοιβός
—
αφορμῶμαι
—
βούζούνι
—
επαρχιώτικος
—
ξυλάς
—
εμίρης
—
μαροκέν
—
σήμαντρο
—
παραπέταγμα
—
επτακοσιοστός
—
επόθην
—
αναγορεύομαι διδάκτωρ
—
γενεαλογούμαι
—
αδιανόητος
—
χλιμάρα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве