Новогреческий словарь
ανακατώκισα
ανακατώκισα
αόρ. от ανακατοικίζω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ανακατώκισα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
χαρακτική
—
τελίτσες
—
αντιμαχία
—
αξιώνω
—
κονδυλοθήκη
—
σκαφτός
—
επικριτικός
—
ανεξέταστος
—
αμερεμέτιστος
—
ξαγναντεύοντας
—
σαιξπηριστής
—
προσπέρασμα
—
τυλιχτός
—
λεπτοδείκτης
—
γελαδάρισσα
—
προαιρετικός
—
μηλοπέπονο
—
προέλαση
—
αφόδευση
—
Ολλαντέζα
—
μαρξιστικο-λενινιστικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве