Новогреческий словарь
ανθυποπλοίαρχος
ανθυποπλοίαρχ|ος
ο воен.
лейтенант
(во флоте)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
лейтенант
? —
ανθυποπλοίαρχος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ανθυποπλοίαρχος
? — лейтенант
#
(ново)греческий словарь
—
πολφικός
—
ξεκουβάριασμα
—
οινοποιήσιμος
—
ψυχρίτσα
—
ψυχογράφος
—
δεκατιαίος
—
λιθοστρώνω
—
ψιλοτραγουδάω
—
προαποφασίζω
—
προορισμός
—
ερυσιβώδης
—
συναρθρώνω
—
δίφανος
—
έμβολο
—
διοικούμαι
—
σόϊ
—
δόγμα
—
φεγγαριάτικα
—
νοσογόνος
—
σφάλλομαι
—
ανεπισκίαστος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве