|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σοβαντίζω? — — υδρίτης — αποβίωση — αντικείμενο — περαιτέρω — τηλεφώνημα — αεραποθήκη — οίος — υαλόχρους — μεταβατικότητα — αμυγδαλιώνας — τοματοπελτές — εθνοποίηση — αλαφροκούκουλος — ελίσσομαι — παρήνεσα — αντεκδικητικά — ανεμοδέρνω — σταυροειδής — άλλα — αναφομοίωτα — ρασιστικός |
|||