|
η белка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово белка? — βερβέρα как с (ново)греческого переводится слово βερβέρα? — белка — αθρησκία — παλμικώς — γουναράς — καλορί — δολισμός — ελονοσιακός — μεταβολή — καυσόξυλο — αξεφύλλιαστος — μεθόρια — λογιστική — ράψιμο — ανακρεμώ — ιστογένεση — δεκατεύω — εγκαίω — αιμοστατικός — θεοκρατία — σκιάδα — κοτολέττα — πιλοποιείο |
|||