|
толчёный, дроблёный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово толчёный? — στουμπιστός как на (ново)греческом будет слово дроблёный? — στουμπιστός как с (ново)греческого переводится слово στουμπιστός? — толчёный, дроблёный — τεχνοκράτης — δεσποτικά — σηψιγόνος — κανονικότητα — λογείον — αυτοχτονώ — ανειδοποίητα — ακκίζομαι — ξεσκουντώ — κομπασμός — μεταγωγός — βελόνι — ασυγκράτητος — ατρόμητος — διαβόλισσα — κούκλος — ηλικιούμαι — δανείζω — χρονολόγηση — ηδονιστής — καρυδιά |
|||