|
испуганный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово испуганный? — τρομαγμένος как с (ново)греческого переводится слово τρομαγμένος? — испуганный — κακομίλημα — αποφυλακίζω — πολυγραφικός — λαγοκούνελο — δημοσιεύω — χορομανία — χαλεπώς — κουκουέ — εξηγητικός — δαφνόκουκκο — μητριά — προπαγανδιστής — μπραζέρης — σταύλισμα — φλαμπουριάρης — αθόρυβα — δύναμη — επάλλαξις — εξοφλώ — ξύστρισμα — ερυθροπάρειος |
|||