|
ужинать #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ужинать? — δειπνίζω как с (ново)греческого переводится слово δειπνίζω? — ужинать — ατημέλητος — αναλογιστικά — αιγιάλειος — ανηθόλη — αποσχάζω — αυτοτιτλοφορούμαι — όργος — επιφάτνιος — έμφοβος — πληθωριστικός — ξεζώνομαι — αδρομος — διαπιστευμένος — ξεκώλωμα — μύρρα — τεμενάς — δικαιολογημένα — νεφελομετρία — παρασελήνη — στρεμμοτικός — αυθαιμοθεραπεία |
|||