|
ο верёвочник #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово верёвочник? — σχοινάς как с (ново)греческого переводится слово σχοινάς? — верёвочник — φουρνάκι — αρμενοβελόνα — λεφτά — αμπέχονο — εξανάστασις — πληβείος — συχνο- — διαγκωνίζομαι — καλοδιοίκητος — κάθημαι — σεισμογραφία — αντιπολιτευόμενος — άνωρα — φουμάρω — ασέλιδος — πρεσβυωπικός — τσίτσα — κνίδη — σεφτές — ρεαλισμός — αυτοχρωμία |
|||