Новогреческий словарь
εσώθην
εσώθην
παθ. αόρ. от σώζω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
εσώθην
? —
#
(ново)греческий словарь
—
απρόσφορος
—
εδελβάϊς
—
ηχηρός
—
απαλοιφή
—
πεντάμηνος
—
γουρουνοπέτσι
—
μουστάρδα
—
εγκαινίασμα
—
βαλιτσούλα
—
αλευροσάκκι
—
πατάρι
—
καταπειστικός
—
ανασκοπώ
—
επιτύμβιο
—
ξεδοντιασμένος
—
διαρράπτω
—
αμμουδόπετρα
—
αμπελολεύκη
—
αμαξάδα
—
νάπη
—
πατρογονικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве