Новогреческий словарь
επικρεμάμενος
επικρεμάμεν|ος
нависший, угрожающий
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
нависший
? —
επικρεμάμενος
как на
(ново)греческом
будет слово
угрожающий
? —
επικρεμάμενος
как с
(ново)греческого
переводится слово
επικρεμάμενος
? — нависший, угрожающий
#
(ново)греческий словарь
—
χάρις
—
αυτεπαινούμαι
—
έγυρα
—
γδούπος
—
καυστικός
—
απροσφώνητος
—
κορασάνι
—
ξαδέρφι
—
ακαταδάμαστος
—
δελφικός
—
κατάφωτος
—
χρυσόθριξ
—
γρηγορεύομαι
—
τραμπούκος
—
εγγλέζικα
—
μεριδούλα
—
βλασφημητικός
—
μισοκοίλι
—
εγωτισμός
—
παραθερισμός
—
ανάχτιδος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве