Новогреческий словарь
αμνηστευτικός
αμνηστευτικός
юр.
амнистирующий
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
амнистирующий
? —
αμνηστευτικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
αμνηστευτικός
? — амнистирующий
#
(ново)греческий словарь
—
κεφαλαιοκρατικά
—
χαντακώνομαι
—
κιγκαλερία
—
κοτάω
—
πεσκέσι
—
σιδερογροθιά
—
δονώ
—
επιπλοποιείο
—
αστυφιλία
—
συνθέτω
—
θρυαλλίδα
—
βουκολώ
—
Αγαθοσθένης
—
θεϊστικός
—
δερματολόγος
—
ποταμοπλοΐα
—
κατανεύω
—
νοικοκυρά
—
πυκνόφυλλος
—
μαγειρειό
—
μαγιάτικος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве