Новогреческий словарь
λαχανοκόμος
λαχανοκόμ|ος
ο
овощевод, огородник
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
овощевод
? —
λαχανοκόμος
как на
(ново)греческом
будет слово
огородник
? —
λαχανοκόμος
как с
(ново)греческого
переводится слово
λαχανοκόμος
? — овощевод, огородник
#
(ново)греческий словарь
—
ξαπλάρω
—
διορθώτρια
—
βαθμονόμος
—
προτάσσομαι
—
βιοκλιματολογία
—
ανασφαγή
—
δολοφόνισσα
—
κρυμοπαγία
—
δρυοκολάπτης
—
αυτοραθιογραφία
—
κουβούκλιο
—
θερμοφωταύγεια
—
ενθουσιοσμός
—
περιέρχομαι
—
μητριαρχικός
—
ελικόμορφος
—
αθεώρητος
—
απελπισμένος
—
μυριολόγι
—
λουτρικός
—
κατοστάρικο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве