Новогреческий словарь
διασκεδαστής
διασκεδαστ|ής
ο
весельчак; гуляка
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
весельчак
? —
διασκεδαστής
как на
(ново)греческом
будет слово
гуляка
? —
διασκεδαστής
как с
(ново)греческого
переводится слово
διασκεδαστής
? — весельчак, гуляка
#
(ново)греческий словарь
—
κατσουλητός
—
αψώνω
—
ανάπαυση
—
χειροτερεύμα
—
φουρνίρισμα
—
λώρος
—
χτένα
—
α-
—
Κύπρος
—
ελεήμονας
—
πειραματίστρια
—
δοντάρα
—
νερωμένος
—
αυτοσαρκασμός
—
χρυσομίλητος
—
ξεκλωσσώ
—
αποσπαργανώνω
—
αμακατζού
—
αθυρόστομος
—
επανειλημμένως
—
έσχατος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве