Новогреческий словарь
ανταμείβομαι
ανταμείβομαι
платиться
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
платиться
? —
ανταμείβομαι
как с
(ново)греческого
переводится слово
ανταμείβομαι
? — платиться
#
(ново)греческий словарь
—
βλησίδι
—
κιθάρα
—
ανεξαρτοποιημένος
—
χιλιάρικος
—
αγκριζάριστος
—
ωκεάνειος
—
κυνολύκος
—
ουγγρικός
—
μελομακάρονο
—
παράδειγμα
—
βύζαγμα
—
μαλλούσα
—
βούλιθο
—
φτωχοπρόδρομος
—
απαιδαγωγησία
—
κλωστή
—
γυριστής
—
κακοτεχνία
—
δράκα
—
αγγελοβαρεμένος
—
δήμεψη
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве