Новогреческий словарь
ανθύπατος
ανθύπατ|ος
ο ист.
проконсул
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
проконсул
? —
ανθύπατος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ανθύπατος
? — проконсул
#
(ново)греческий словарь
—
αρχειοθέτρια
—
κρεβατοκάμαρα
—
περιώμιο
—
βαφτιστήρα
—
φυσέκι
—
ξέστρωτος
—
χαρτοθήκη
—
οψοφυλάκιο
—
συντυγχάνω
—
αρχιχρονιάτικος
—
δίμετρος
—
χοντροδουλειά
—
συχνουρία
—
έκθαμβος
—
αντίρρευμα
—
κατάμακρα
—
στράφυλο
—
προστέγασμα
—
αδευτέρωτος
—
κουβούκλιο
—
κούτικας
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве