Новогреческий словарь
πολύζυγο
πολύζυγο
το спорт.
шведская стенка
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
шведская стенка
? —
πολύζυγο
как с
(ново)греческого
переводится слово
πολύζυγο
? — шведская стенка
#
(ново)греческий словарь
—
εγχυματογενής
—
απανωταριάζω
—
επίκλειθρον
—
διάβρωμα
—
ξενυχτάω
—
υποδηματοεπνδιορθωτής
—
αμβλύνους
—
οσιομάρτυρας
—
αθυμίαστος
—
σταυρουδάκι
—
σχεδιογράφημα
—
αυτόβουλος
—
παπαγαλιστί
—
αισθηματικώς
—
πευκοβελόνα
—
επιχρυσωμένος
—
παράξενα
—
ρήγας
—
θολόσταχτο
—
εκδικάζω
—
θήρευμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве