Новогреческий словарь
δωρήτρια
δωρήτρια
η
дарительница
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
дарительница
? —
δωρήτρια
как с
(ново)греческого
переводится слово
δωρήτρια
? — дарительница
#
(ново)греческий словарь
—
σακαράκας
—
μονόχρωμος
—
θαμνοειδής
—
κοσκινίδια
—
Πεντάγωνο
—
δυναμό
—
γαλακτόλιθος
—
ραδιοδιευθυνόμενος
—
εσεβάσθην
—
στερεότυπος
—
απειθώ
—
παιδιαρίσματα
—
τεμενάς
—
αγγειόσπερμος
—
φυτρωμένος
—
ωτοπλασία
—
άφυσος
—
καταπληκτικά
—
αλεξίφλογον
—
δακτυλίτιδα
—
εκλεπίζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве