Новогреческий словарь
ολοκληρία
ολοκληρία
η :
καθ' ολοκληρίαν — целиком и полностью; всецело
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ολοκληρία
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αριολόγι
—
τρίκροτος
—
μισοκαμωμένος
—
ιχθυόσαυρος
—
ψιλορωτώ
—
πίτυς
—
ένθεσμος
—
ρετσινάτο
—
εδωδιμοπωλείο
—
αλπακάς
—
αποτερματίζω
—
καντιανισμός
—
αλογουρά
—
μασέλλα
—
παλαιολιθικός
—
υπόταση
—
βλογιά
—
πολυμορφικός
—
ανέκδοτο
—
μαντατοφόρος
—
πλάτανος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве