Новогреческий словарь
τσιτσίρισμα
τσιτσίρισμα
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
τσιτσίρισμα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
άβρωμος
—
παιωνία
—
επιχέομαι
—
μώρα
—
μεταλλισμός
—
λεμονοστείφτης
—
στρύχνος
—
αυτοπυρπόληση
—
βουλγαρικός
—
στράβωμα
—
ηλιαχτίδα
—
καλομίλητος
—
κατουρώ
—
αναρτώ
—
αργυροχοΐα
—
όταν
—
μικροφιλόδοξος
—
καθολική
—
νερουλιάστρα
—
δελφινάκι
—
κελαϊδοπουλί
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве