Новогреческий словарь
γονεϊκός
γονεϊκός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
γονεϊκός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
πατροκτονία
—
ικαvοποίηση
—
εξελεγκτέος
—
ασώματος
—
σκιρωνοβορρας
—
οξυκέρασος
—
κατάχρηση
—
βαττολόγος
—
γοδέρω
—
επωαστήρ
—
ευρετήριο
—
προσεφύην
—
υδατομέτρηση
—
επτακοσιοστόν
—
περίγυρος
—
κουρασμένος
—
άπασπρου
—
δετή
—
καφετής
—
μεσσιανικός
—
ακάθαρτος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве