Новогреческий словарь
βαφτιστικά
βαφτιστικά
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
βαφτιστικά
? —
#
(ново)греческий словарь
—
μονοκοτολήδονος
—
μικροκεφαλία
—
μπαρουταποθήκη
—
ρόμπα
—
σπαζοκεφαλιάζω
—
ξυλουργός
—
χαμηλοφώνως
—
προπάππος
—
εμπαθής
—
διαιτησία
—
θυμικό
—
αεριαγωγός
—
αποθηκεύω
—
άγιασμα
—
ολιγοπιστία
—
λεμονοπορτοκαλιά
—
φωτογράφηση
—
σιλλιμανίτης
—
συναγωνισμός
—
φιλονομία
—
σιγουριά
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве