|
η ласк. невеста, невестушка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово невеста? — νυφούλα как на (ново)греческом будет слово невестушка? — νυφούλα как с (ново)греческого переводится слово νυφούλα? — невеста, невестушка — κινητικότητα — μαλλινομέταξος — καλλιεργητής — σουλατσάρισμα — μηνιγγικός — εύτακτος — εξαήμερος — μηδέν — σμπάρος — τραυματιοφόρος — σπαλέττο — άμπωτις — εξωραϊστικός — μαγαρίτης — καμέραμαν — πουτίγγα — κοκκινιστός — διάδημα — κοκκύζω — πριονίδι — κολατσιό |
|||