Новогреческий словарь
θεώρημα
θεώρημα
το
теорема
;
Πυθαγόρειο ~ — теорема Пифагора
;
αποδείχνω τό ~ — доказывать теорему
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
теорема
? —
θεώρημα
как с
(ново)греческого
переводится слово
θεώρημα
? — теорема
#
(ново)греческий словарь
—
μακροβιότητα
—
γναφέας
—
λαλητό
—
άγγελμα
—
στεγανός
—
λασπωτήρας
—
εθνοσυνέλευση
—
γήτευμα
—
εξαγγέλλω
—
υμείς
—
ζημιαρόγατος
—
ηγεμονίσκος
—
αναφορέας
—
μέρισμα
—
κακοκάρδισμα
—
βυσσινόκηπος
—
καμπάνια
—
σκιαγράφημα
—
μπουχός
—
ηδυπαθής
—
γραφίδα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве