|
η сизоворонка (птица) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сизоворонка? — χρυσοκαρακάξα как с (ново)греческого переводится слово χρυσοκαρακάξα? — сизоворонка — ποινικά — ομιλητικός — αγκαθένιος — ξεφτίδι — παραλύω — μετενσάρκωση — εξωμερίτης — μεσάζων — φτάνω — αθέατος — ζουγκρανιά — ναυτόπουλο — συμμαχικός — αδικοκρισία — σοβιετισμός — βάθυνση — γκιοστέκι — εξημμένος — πανευτυχής — νεφοσκόπιο — αργεμός |
|||