Новогреческий словарь
χιονοδρόμος
χιονοδρόμ|ος
ο
лыжник
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
лыжник
? —
χιονοδρόμος
как с
(ново)греческого
переводится слово
χιονοδρόμος
? — лыжник
#
(ново)греческий словарь
—
ιδιωματικό
—
βρακοζώνι
—
ελευθεροκοινωνία
—
βουζιά
—
διχάζομαι
—
πλινθοποίηση
—
αιθεροβάτις
—
Αλγερίνος
—
σπεκουλάντης
—
τυπολατρία
—
σαιξπηρικός
—
ψιαθοπλόκος
—
φουστανάκι
—
οποσονδήποτε
—
λυσσιάρικος
—
αξιοσύνη
—
ταπεινωτικός
—
χωριατοσύνη
—
εκθάπτω
—
ανκορά
—
ήλθα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве