Новогреческий словарь
λιναρόλαδο
λιναρόλαδο
το
льняное масло
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
льняное масло
? —
λιναρόλαδο
как с
(ново)греческого
переводится слово
λιναρόλαδο
? — льняное масло
#
(ново)греческий словарь
—
τραχύφωνος
—
ημερήσιος
—
συμπεριληπτικός
—
σά
—
πηγάδι
—
γιορτινά
—
γλωσσοβολιά
—
αλεπουνουρά
—
αστεροειδής
—
στραβοκάνης
—
αχρειολόγος
—
κοινωνιολογικός
—
περιφερικός
—
εμαυτού
—
αφανιστής
—
αντιπρυτανεία
—
αμείλιχτος
—
εκατομμυριούχα
—
λασποβροχή
—
πισωβελονιά
—
μικρόν
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве