|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τειχοδομία? — — δεντροφύτευση — βούι — αξιολύπητος — τοξικολόγος — χαρτζιλικάκι — τυρί — τρανιός — καταμέτρηση — ταλανίζω — λιβελλογράφημα — μολυβδασφάλεια — μεταμοντερνιστής — σοσιαλεπαναστάτης — αλατοπιπεριέρα — αναισθητικός — δακτυλιαίος — διαιρετότητα — περίπαιγμα — διαπιστευμένος — εντέλλομαι — αυτοκριτική |
|||