Новогреческий словарь
εξέστην
εξέστην
αόρ. от εξίσταμαι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
εξέστην
? —
#
(ново)греческий словарь
—
διακριτικά
—
ζεύγω
—
διπλανός
—
χερσοτόπι
—
κατασυγχύζω
—
γαλονάτος
—
ξαίνιο
—
μαυρομάτης
—
ταξίμετρο
—
σάβανο
—
ασυγκράτητα
—
ξετυλιγμένος
—
ασυνταίριαστος
—
συγκατατίθεμαι
—
σφιχτά
—
καθομιλουμένη
—
μαντέμι
—
ρακοπότηρο
—
γύλος
—
ρογί
—
ανεξόφλητα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве