Новогреческий словарь
στηθοκατάρρους
στηθοκατάρρους
ο мед.
катар дыхательных путей
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
катар дыхательных путей
? —
στηθοκατάρρους
как с
(ново)греческого
переводится слово
στηθοκατάρρους
? — катар дыхательных путей
#
(ново)греческий словарь
—
εννιάμηνα
—
λούμπουνας
—
απόστρατα
—
σπυρίς
—
γαιανθρακέμπορος
—
λοχαγός
—
παρετυμολογικός
—
μετανοητής
—
συμβιβασμένος
—
ουράνια
—
αντιμεθαύριο
—
προσχώνομαι
—
ινώδης
—
σκάσιμο
—
βοτανολογικός
—
αερίζομαι
—
μαλακοκεφτές
—
υστεροχρονολόγηση
—
σβώλιασμα
—
άδηλος
—
εντομοκτόνο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве