|
το хир. ланцет #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ланцет? — νιστέρι как с (ново)греческого переводится слово νιστέρι? — ланцет — εγγράφω — Δωροθέα — βράστη — αξιοπρέπεια — ρωγοβύζι — επίρραφον — ανεπηρέαστα — αποστοματικού — γαλβανιστής — αποκαρδιωτικός — κακονυχτίζω — λιοτρίβης — συχνοβλέπω — ναυς — ανδράδελφος — γαλίφης — κατηχώ — συμφιλιώ — περίστροφο — λιανικώς — αυτοεξυπηρετούμαι |
|||