Новогреческий словарь
σκοταδίστρια
σκοταδίστρια
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
σκοταδίστρια
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ταριχευμένος
—
ψηλολέλεκας
—
πιές
—
πληροφορημένος
—
ανίπταμαι
—
πετσωμός
—
φάτνη
—
αμνήμονας
—
ανείσπρακτος
—
πλούτισμα
—
ψωμοζώ
—
αξιοστιγμάτιστος
—
αλαργεμένα
—
ξεντερίζω
—
κρύωμα
—
κατάπαυση
—
ανάγκη
—
σουσούμι
—
κουτσομεσιάζομαι
—
απρόσμενα
—
διαμηχανώμαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве