Новогреческий словарь
σχολιαστικός
σχολιαστικός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
σχολιαστικός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αρνάδα
—
μπιστεμένος
—
εκφορτώνω
—
αγαπιέμαι
—
εξελίσσω
—
απόνερα
—
γερδέλι
—
ετυμολογώ
—
κατάρραχα
—
ένουρος
—
αποσπερνός
—
αξίωση
—
μεθοριακός
—
λιθολογικός
—
προσφυγόπουλα
—
εγχειρίδιο
—
ασφούγγιγος
—
χωρονομία
—
φαντασία
—
κακομοίρικος
—
αιμοσταγής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве