Новогреческий словарь
νέκταρ
νέκταρ
(-αρος) τό
нектар
;
===
κρασί ~ — марочное вино
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
нектар
? —
νέκταρ
как с
(ново)греческого
переводится слово
νέκταρ
? — нектар
#
(ново)греческий словарь
—
διαφερόντως
—
υδρόμετρο
—
αρχαιολόγος
—
ρομβία
—
παρεισαγωγή
—
ολόκορμος
—
αγγλοφέρνω
—
μέτοχος
—
σιτίζομαι
—
χρώσμα
—
αντάλλαγμα
—
άπω
—
γερμανοτσολιάς
—
τρακ
—
καρυκεύω
—
χουχουλιέμαι
—
αιμόστασια
—
αθηναϊκός
—
αυτονομιστής
—
κέκτημαι
—
ντάβανος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве