|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово υποχείριο? — — δονώ — γοητευτικός — ορθομαρμάρωση — λιόκρουση — βρυώδης — ασυνδύαστος — αροτήρ — θρησκευτικότητα — αμφισβητούμενο — μινίστρος — αυτοστεγάζομαι — Διεθνής — δύσπεπτος — ραπάνι — ξώπορτα — υποσκελισμός — γλοκολαλάω — ένδεια — αραμπαδιά — συνείδηση — εξίσταμαι |
|||