|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово υποχείριο? — — μερακλώνω — ποδαράκι — αγραμματωσύνη — πρώτη — ολόγλυφος — ανδροκρατία — ελκυστικότητα — διαλογούμαι — σφηνοειδής — αφιλονίκητος — ξαναφεύγω — απήχηση — όπτιμουμ — ωτοπλαστική — μυστηριακός — υπόδειγμα — δαγκαματιά — δασύκνημος — διοχετεύω — θερμομετρικός — φράξια |
|||