|
(-εως) η конопачение #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово конопачение? — διάναξις как с (ново)греческого переводится слово διάναξις? — конопачение — δενδροτομώ — παραφιλολογία — γελαστά — προσύμφωνο — προδιάθεση — θετικισμός — ξιφιστής — ξερνω — Αράπης — υαλόχρους — γαλακτερός — αλλοιωτικός — συναθροίζω — ξεστυλώνομαι — θαυματούργημα — επιτυχία — αξάκριστος — επιτραπέζιος — έγυρα — φόκο — άρρηχτος |
|||