Новогреческий словарь
δρομολάτης
δρομολάτης
ο
пешеход
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
пешеход
? —
δρομολάτης
как с
(ново)греческого
переводится слово
δρομολάτης
? — пешеход
#
(ново)греческий словарь
—
πολύπλοκος
—
ακατέβατος
—
αρνεμός
—
δίζυγο
—
φιαλωτός
—
χρεώνομαι
—
άτριχος
—
σπείρω
—
αφτιάς
—
αναδόμηση
—
χιλιοστό
—
γενεσιουργός
—
ματαρχάω
—
τζαζ
—
παιχνιδόκοσμος
—
ανεμοχάλαζο
—
αλλαντοπωλείο
—
σουβλερός
—
ανάρμεχτος
—
αλληλουχία
—
χόλος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве