|
η аспирин #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово аспирин? — ασπιρίνη как с (ново)греческого переводится слово ασπιρίνη? — аспирин — συνολικά — ανακέφαλα — διφθερίτιδα — ψευτοπαλληκαράς — ερπετολογία — βυθός — γιασακτζής — αφθαρσία — ενιαύσιος — δροσιστικά — ζήτημα — απαγγέλνω — άνισος — τσεκούρα — αποθησαυριστικός — θέλω — κρέβατος — ξωτάρης — λαντουρίζω — γιομίζω — γλυκόξυνος |
|||