|
το солома #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово солома? — αχερο как с (ново)греческого переводится слово αχερο? — солома — εδίδαξα — ποσότητα — ζερκός — πρόγονος — χόρδισμα — καρπέτο — ατρωσία — μούγγα — μισθωτής — αντικαθολικός — ανανεύω — αναρρωηκός — πιτσούνι — τιττυβίζω — οκτάγωνο — γουρλίτικος — απειροστικός — εξαμματίζω — αναιδώς — συγκληρονόμος — γαλαζοπράσινος |
|||