|
предназначенный для перевозки сусла #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово предназначенный для перевозки сусла? — γλευκαγωγός как с (ново)греческого переводится слово γλευκαγωγός? — предназначенный для перевозки сусла — κατευόδωμα — ραπτική — ανάκακος — οντογένεια — βυρσοδεψική — βρεγματικό — αποσώζω — οπωρικό — ιατρία — ημίκλιντος — αμπελόκηπος — τροφικός — πορτοκαλής — ξέφραγμα — δεινοποιώ — αρτοκλασία — αναστρατοπεδεύω — γνέφι — βλεφαρόπτωση — συνεφαπτομένη — γαριφαλιά |
|||