Новогреческий словарь



Α    Β    Γ    Δ    Ε    Ζ    Η    Θ    Ι    Κ    Λ    Μ    Ν    Ξ    Ο    Π    Ρ    Σ    Τ    Υ    Φ    Χ    Ψ    Ω
категории словаря: фрукты занятие, профессия

δ / 1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12 13 14 15 16 17 18 19 20 21 22 23 24 25 26 27 28 29 30 31 32 33 34 35 36 37 38 39 40 41 42 43 44 45 46 47 48 49 50 51 52 53 54 55 56 57 58 59 60 61 62 63 64 65 66 67 68 69 70 71 72 73 74 75 76 77 78 79 80 81 82 83 84 85 86 87 88 89 90 91 92 93 94 95 96 97 98 99 100 101 102 103 104 105 106 107 108 109 110 111 112 113 114 115 116 117 118 119 120 121 122 123 124 125 126 127 128 129 130 131 132 133 134 135 136 137 138 139 140 141 142 143

δραχμοφονιάς


δραχμούλα


δραχμικός


δρεπανηφόρος


δρομολογώ


δρομαίως


δρομάκος


δρομώνας


δροσερεύω


δροσοσταλιά


δεντροφάγος


δρυοκόπος


δυϊστής


δυϊστικός


δυναμογεννήτρια


δυναμισμός


δυναμικά


δυσάρεστα


δυσαρέστηση


δυσβάστακτα


δυτικά


δυσκίνητα


δυσμενώς


δύσοσμα


δυσκολόπιστος


δυσφημιστικός


δυσχερώς





переводы с персидского языка, литовский словарь, шведско-русский словарь, сборка мебели в Москве